- κλεφτοπόλεμος
- ο1. (επί τουρκοκρατίας) ο πόλεμος τών κλεφτών κατά τών Τούρκων2. πόλεμος που διεξάγεται μεταξύ άτακτων στρατευμάτων ή μεταξύ τακτικού στρατού και άτακτων στρατευμάτων και κατά τον οποίο δεν τηρούνται οι κανόνες τής πολεμικής τακτικής, άτακτος πόλεμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < κλέφτης + -πόλεμος (< πόλεμος), πρβλ. ανταρτο-πόλεμος, μαξιλαρο-πόλεμος].
Dictionary of Greek. 2013.